- βαρίτης
- Οξείδιο BaO ή υδροξείδιο Ba (ΟΗ)2 βαρίου. Β. λέγεται και ορυκτό, που βρίσκεται σε κρυστάλλους του ρομβικού κρυσταλλικού συστήματος και αποτελεί την κύρια πρώτη ύλη για την παραγωγή του βαρίου και των ενώσεών του. Έχει σκληρότητα 3 βαθμών, ειδικό βάρος 4,3-4,7 και λάμψη υαλώδη και μαργαριτώδη. Είναι αδιαφανής με χρώμα λευκό και, από χημική άποψη, είναι θειικό βάριο (BaSO4) με 65,68% οξείδιο βαρίου (BaO) και 34,32% τριοξείδιο του θείου (SO3). Ο β. τήκεται πολύ δύσκολα και χρωματίζει την άχρωμη φλόγα κιτρινοπράσινη. Είναι πολύ διαδεδομένο ορυκτό, ιδιαίτερα ως ορυκτό φλεβών και σύνδρομο θειούχων μεταλλευμάτων. Χρησιμοποιείται στην παρασκευή βαρίου και αλάτων του, στην παρασκευή λευκού του βαρίου (μόνιμο λευκό χρώμα) και λιθοπονίου (μείγμα θειούχου ψευδαργύρου και θειικού βαρίου) που αντικαθιστά το δηλητηριώδες λευκό του μολύβδου, στην κατασκευή χαρτιού υψηλής ποιότητας, στην κατασκευή βερνικοχρωμάτων, στη βιομηχανία χαλιών και μεταξιού, στην αγγειοπλαστική κ.α.
Dictionary of Greek. 2013.